Εγγραφείτε στο newsletter μας
Κάντε δωρεάν εγγραφή & μάθετε πρώτοι για όλες τις μοναδικές προσφορές, τα νέα προϊόντα του Thessfarmakeio.gr
Μπορεί να είναι … «αόρατα», όμως τα δοντάκια του μωρού σας βρίσκονται ήδη στη θέση τους, κάτω από τα ούλα, από την πρώτη στιγμή που έρχεται στον κόσμο! Είναι τα πρώτα του δοντάκια, τα νεογιλά, και θα εμφανίζονται, σταδιακά, ώσπου να «σκάσουν» μύτη και τα 20, συνολικά, μέχρι να συμπληρώσει τα τρία του χρόνια. Τα νεογιλά θα τα κρατήσει μέχρι την ηλικία των 6-7 ετών, οπότε θα αρχίσουν να αντικαθίστανται από τα μόνιμα, 32 στον αριθμό.
Η προσωρινότητα των νεογιλών, ωστόσο, δε σημαίνει πως μπορούμε να παραμελήσουμε τη φροντίδα τους. Αντίθετα, είναι πολύ σημαντικό να ξεκινήσουμε τη φροντίδα τους προτού ακόμη εμφανιστεί το πρώτο δόντι!
Και οι λόγοι, πέρα από την εγκαθίδρυση μια καλής συνήθειας που θα ακολουθεί το παιδί ως δεύτερη φύση και στην ενήλικη ζωή του, είναι πολλοί:
Η τερηδόνα δεν ξεχωρίζει νεογιλά και μόνιμα δόντια και η παρουσία της στην οδοντοστοιχία του παιδιού μπορεί να οδηγήσει μέχρι και σε απώλεια του δοντιού. Σε μία τέτοια περίπτωση, είναι πιθανόν να δημιουργηθούν προβλήματα στη διατροφή του παιδιού, στην ανάπτυξη του λόγου του αλλά και ζητήματα ψυχολογικής φύσης λόγω εμφάνισης ή αδυναμίας άρθρωσης, ενώ μία πρώιμη απώλεια νεογιλού δοντιού μπορεί να προκαλέσει προβλήματα χώρου και για τα μόνιμα, που θα ακολουθήσουν. Με άλλα λόγια, η κακή στοματική υγεία στη βρεφική και νηπιακή ηλικία ενδέχεται να επηρεάσει την ποιότητα, τη θέση και τη μορφή των μόνιμων δοντιών και να δημιουργήσει περαιτέρω προβλήματα, ορθοδοντικής ή άλλη φύσης στο μέλλον.
Τι κάνουμε, λοιπόν;
Ο Σακχαρώδης Διαβήτης (ΣΔ) αποτελεί μία διαταραχή του μεταβολισμού των συστατικών των τροφών -υδατανθράκων, λιπών και πρωτεϊνών- τα οποία τροφοδοτούν τον οργανισμό με γλυκόζη, το «καύσιμο» που απαιτείται για τη λειτουργία του. Λόγω της ανεπάρκειας ή απουσίας παραγωγής ινσουλίνης, της ορμόνης που βοηθάει τη γλυκόζη να εισχωρήσει στα κύτταρα, ο οργανισμός του πάσχοντος αδυνατεί να διαχειριστεί τα συστατικά αυτά με αποτέλεσμα την αύξηση της τιμής της γλυκόζης στο αίμα (υπεργλυκαιμία).
Ανάλογα με το βαθμό διαταραχής της ινσουλίνης, ο ΣΔ διακρίνεται σε:
Στην Ελλάδα, σήμερα, οι πάσχοντες από ΣΔ αποτελούν το 6% -10% του γενικού πληθυσμού, ωστόσο, οι ρυθμοί εμφάνισης του ΣΔ σε όλο τον δυτικό κόσμο αυξάνουν ραγδαία. Λόγω των επιπλοκών που δημιουργεί (καρδιαγγειακή νόσο, νεφρική ανεπάρκεια, περιφερειακή αγγειοπάθεια, κλπ), ο ΣΔ αποτελεί μία από τις κύριες αιτίες θανάτου παγκοσμίως∙ πολύ περισσότερο όταν συνυπάρχουν κι άλλες επιβαρυντικές καταστάσεις όπως υψηλή χοληστερίνη, κάπνισμα, αρτηριακή υπέρταση, κλπ. Τα συχνότερα συμπτώματα που πρέπει να οδηγήσουν το άτομο στον γιατρό περιλαμβάνουν έντονη δίψα, συχνουρία, ξηροστομία, πολυφαγία, απώλεια βάρους, κόπωση, θάμβος όρασης.
Οι κύριοι παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση του Σακχαρώδους Διαβήτη είναι η κακή διατροφή, η παχυσαρκία και η καθιστική ζωή. Αυτό σημαίνει πως η καλύτερη πρόληψη για την αποφυγή της εμφάνισης της νόσου είναι η υιοθέτηση ισορροπημένης μεσογειακής διατροφής με βάση το ελαιόλαδο και τροφές με χαμηλά λιπαρά και πλούσιες σε φυτικές ίνες, η τακτική άσκηση και η διατήρηση του σωστού σωματικού βάρους.
Δεδομένου ότι, παρά την ενδεδειγμένη και ορισμένη από τον θεράποντα ιατρό φαρμακευτική αγωγή, η ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα μπορεί να απορρυθμιστεί από πλήθος παραγόντων, ο ρόλος του φαρμακοποιού του πάσχοντα, λόγω της συχνής επαφής και της ευκολίας της επικοινωνίας, είναι σημαντικός. Όχι μόνο στο πλαίσιο ελέγχου της νόσου και της έγκυρης, επιστημονικής καθοδήγησης αλλά και της ψυχολογικής στήριξης, όταν αυτή χρειάζεται.
Η αϋπνία αποτελεί τη συχνότερη διαταραχή ύπνου και, περιστασιακά, έχουμε όλοι υποφέρει από αυτήν. Μάλιστα, στην εποχή μας, λίγο οι συνθήκες ζωής, λίγο τα αυξημένα άγχη της καθημερινότητας, το φαινόμενο τείνει να πάρει διαστάσεις μάστιγας. Σύμφωνα με τον ορισμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), αϋπνία είναι η δυσκολία στην έναρξη ή στη διατήρηση του ύπνου (διακεκομμένος ύπνος) και στην κακή ποιότητά του, με συνοδά συμπτώματα κατά τη διάρκεια της ημέρας, τα οποία περιλαμβάνουν κόπωση, δυσθυμία, ευερεθιστότητα, διάσπαση προσοχής, κακή συγκέντρωση, διαταραχές μνήμης.
Η αϋπνία που εμφανίζεται ως παροδικό φαινόμενο, το οποίο μάλιστα μπορούμε να αποδώσουμε σε εξωγενείς παράγοντες, π.χ. έκτακτες αλλαγές της ρουτίνας μας, δεν πρέπει να μας ανησυχεί. Ωστόσο, εάν το φαινόμενο δείχνει να διαρκεί και επαναλαμβάνεται τουλάχιστον 3 νύχτες κάθε εβδομάδα για περισσότερο από τρεις μήνες, τότε πρόκειται για χρόνια πάθηση και η αντιμετώπισή της απαιτεί τη βοήθεια ειδικού και την χορήγηση φαρμάκων.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση, υπάρχουν αρκετοί τρόποι που μπορούν να περιορίσουν τη συχνότητα και την ένταση του φαινομένου:
Επιπλέον, η φύση προσφέρει τις δικές της λύσεις: βότανα όπως το χαμομήλι, το τίλιο, η βαλεριάνα, η λεβάντα, το μελισσόχορτο, η πασσιφλόρα, με τις ηρεμιστικές και καταπραϋντικές τους ιδιότητες βοηθούν στη χαλάρωση του νευρικού συστήματος και βελτιώνουν την ποιότητα του ύπνου. Μπορείτε να τα καταναλώσετε στη μορφή αφεψήματος, μισή ώρα πριν την κατάκλιση, ή σε μορφή φυτικών φαρμακευτικών σκευασμάτων κατόπιν συζήτησης με τον φαρμακοποιό σας.
Και ποιος δεν έχει υποφέρει από την ξαφνική εμφάνισή του και την επίμονη παρουσία του! Ο πονοκέφαλος -κεφαλαλγία κατά το επισημότερο- αποτελεί τον πιο κοινό και συχνό πόνο αλλά και συνήθη αφορμή επίσκεψης στο γιατρό. Ωστόσο, πριν φτάσουμε στην πόρτα του γιατρού, υπάρχουν αρκετοί τρόποι αντιμετώπισης και ανακούφισης που μπορούμε να εφαρμόσουμε οι ίδιοι αρκεί να μπορούμε να αναγνωρίζουμε τα είδη του.
Η γρίπη είναι μία οξεία νόσος του αναπνευστικού συστήματος προκαλούμενη από τους ιούς της γρίπης. Είναι εξαιρετικά μεταδοτική νόσος, ωστόσο στις περισσότερες περιπτώσεις εκδηλώνεται με ήπια και εύκολα αντιμετωπίσιμα συμπτώματα και ξεπερνιέται χωρίς επιπλοκές. Τα συμπτώματα συνήθως εμφανίζονται ξαφνικά και περιλαμβάνουν πυρετό, πόνο στις αρθρώσεις, τους μυς και, συχνά, στην περιοχή γύρω από τα μάτια, γενικευμένη αδυναμία, πονοκέφαλο, ξηρό βήχα, πονόλαιμο κ.α.
Ωστόσο, υπάρχουν και οι περιπτώσεις που η γρίπη μπορεί να προκαλέσει βαρύτατη νόσηση, με επιπλοκές δυνάμει απειλητικές για τη ζωή. Οι περιπτώσεις αυτές αφορούν, κατά κύριο λόγο, άτομα που ανήκουν στις λεγόμενες ομάδες υψηλού κινδύνου.
Οι ομάδες υψηλού κινδύνου περιλαμβάνουν:
● Τα άτομα ηλικίας 60 ετών και άνω
● Τους πάσχοντες από
Ο εμβολιασμός αποτελεί το σημαντικότερο μέτρο πρόληψης της γρίπης, και αφορά όχι μόνο στις ομάδες υψηλού κινδύνου αλλά και στο γενικό πληθυσμό. Κατάλληλη εποχή εμβολιασμού είναι οι φθινοπωρινοί μήνες Οκτώβριος – Νοέμβριος, προτού τη συνήθη έναρξη της εμφάνισης της νόσου στην Ελλάδα -μέσα με τέλη Νοεμβρίου, ώστε να προλάβει να θωρακισθεί ο οργανισμός εν όψει της περιόδου έξαρσης που κορυφώνεται κατά τη διάρκεια Φεβρουαρίου-Μαρτίου. Ο εμβολιασμός πρέπει να πραγματοποιείται κάθε χρόνο δεδομένου πως οι τύποι του ιού μεταλλάσσονται και, ανάλογα, τροποποιείται και η σύνθεση του εμβολίου, σύμφωνα πάντα με τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).
Επισημαίνεται πως η συστηματική παρακολούθηση των αντιδράσεων στο εμβόλιο, μέσω των συστημάτων φαρμακοεπαγρύπνισης που λειτουργούν διεθνώς, δεν έχει καταγράψει σοβαρές παρενέργειες του εμβολίου. Οι συνήθεις ανεπιθύμητες παρενέργειες, σε ποσοστό μικρότερο του 1/10, περιορίζονται στην παροδική εμφάνιση πονοκεφάλου, αρθραλγίας, αισθήματος κόπωσης, τοπικών δερματικών αντιδράσεων, κλπ, οι οποίες υποχωρούν 1-2 ημέρες μετά τον εμβολιασμό. Σε περίπτωση που έχει προηγηθεί ή εξελίσσεται εμπύρετη νόσος, ο εμβολιασμός πρέπει να αναβάλλεται και να πραγματοποπιείται μετά την πλήρη ανάρρωση.
Ειδικά φέτος, όπως υπογραμμίζουν και οι ειδικοί του Πανεπιστημίου Yale, η παρουσία του Covid-19 καθιστά τον αντιγριπικό εμβολιασμό πιο απαραίτητο από ποτέ προκειμένου να αποτραπεί η επιβάρυνση του συστήματος υγείας από την ταυτόχρονη διαχείριση των δύο νόσων αφενός και να ενισχυθεί ο βαθμός προστασίας από την πιθανότητα εκδήλωσης του κορωνοϊού.
Το εμβόλιο διατίθεται από τέλος Σεπτεμβρίου σε όλα τα φαρμακεία και όσον αφορά στις ευπαθείς ομάδες διατίθεται δωρεάν με ιατρική συνταγή.